1. Ένα μικρό τουρκόπουλου
Ένα μικρό τουρκόπουλου, κι ένα πασιά του παίδι,
μια ρουμνιουπούλα αγαπάει κι θέλει να την πάρει
κι η ρουμνιουπούλα τ’ άκουσιν τα ρμάνια – ρμάνια παίρνει.
Παίρνει δρόμουν ανάτριχτουν’, κινούργιου μουνουπάτι.
Του μουνουπάτι τ’ν έβγαλιν καρσί στουν Αϊ-Γιώργη.
- Κρύψεσμ’, Αϊ-Γιώργη μ’, κρύψεσμε, να μη μι πάρει ου Τούρκους,
δα φέρου αμάξια του κίρι κι δυο αμαξιές θυμιάμα.
Τα μάρμαρα ανοίξανι κι χάθηκιν η κόρη.
Να κι ου Τούρκους πόρχιτι στ’ άλουγου καβαλάρης.
- Δείξισμ’, Αϊ-Γιώργη μ’, δείξισμι του που είνι αυτήν η κόρη,
δα φέρου αμάξια του κιρί κι δυο αμαξιές θυμιάμα,
κι μι τα βαλουτόμαρα δα κουβανώ του λάδι.
Τα μάρμαρα σχιζάρισαν κι φάνικιν η κόρη
απ’ τα μαλλιά την άρπαξιν κι στ’ άλουγου την ρίχνει.
Κι η κόρη απού του μπόνου της κι απ’ του βαρύ καημό της
ψιλή λαλίτσα έβγαζιν όση κι αν ημπορούσιν.
«Δεν είδα άγιουν ψεύτικουν, άγιουν μιτανιουμένουν
που να τουρκεύ’ την πίστη του μι λίρις, μι ρουσφέτια».
2. Τ’ς Λένκους
Κόρη μι τα ξανθά μαλλιά κι μι τα μαύρα μάτια,
Κατέβα Λένκου μ’ κι άνοιξι την πόρτα την καρένια
ν’ έχου δυο λόγια να σι πω κι δυο να σι μιλήσου.
Ξένι μ’ αν θέλεις φίλημα, αν θέλεις μαύρα μάτια
για κίνα κι έλα μια βραδιά κι ένα Σαββάτου βράδυ
δα παν’ η μάνα μ’ στ’ν ικκλησιά, άντραζουμ στ’ αργαστήρι
τα δυο μικρά πιδάκια μου δα πάνι στου σκουλειού,
για κίνα κι έλα μια βραδιά. 3. Της γαλανής του φόριμα
Της γαλανής του φόριμα, της ρούσας του φουστάνι
πέντι ραφτάδις το ’ράφταν , πέντ’ έξι μαθητούδια,
κι ένα μικρό ραφτόπουλου ράφτι κι τραγουδάει:
«Φουστάνι μου μιταξουτό, μι τα πουλλά καφάσια
που σι κρατώ στα γόνατα να ’χα κι την κυρά σου».
4. Τα μάτια σου τα παρδαλά, Κατιρίνα μου
Τα μάτια σου τα παρδαλά, τα χείλια σ’ τα γραμμένα.
Σι προυξινούν στου βασιλιά, σι προυξινούν στου ρήγα
Κι συ δε θελτ’ς του βασιλιά, κι συ δε θέλτ’ς του ρήγα
θέλεις άντραν πιρίφανουν, ψηλόν κι μπιλμπιδένιουν
να ’χει σιρβέτα στου λιμό, μιτζίτια στου κιφάλι.
5. Όλις οι όμουρφις
Όλις οι όμουρφις σέρνουν καμάρι
κι μια απ’ τις όμουρφις σέρνει τα κάλλη.
Σιέτι κι λυγίζιτι σαν του καλάμι
μιτράει τη μέση της μι του γαϊτάνι
μιτράει του μπόι της μι του καλάμι.
Τούρκους τ’ν αγάπησιν θέλ’ να την πάρει
κι η σκύλα η μάνα της κρυφά την τάζει.
- Πάρτουνι, κόρη μου, έχει καΐκι
δα σι πααίνει στου Χατζιλίκι.
Πάρτουνι, κόρη μου, έχει βαπόρι
δα σι πααίνει στην Άγια Πόλη.
- Μάνα μου σφάζουμι, μάνα μ’ κριμνιούμι.
Μιλίσσι γένουμι τα ρμάνια παίρνου, Τούρκου δε παίρνου,
ζουμπίλι γένουμι στη γη φυτρώνου.
- Σκιπάρι γένουμι σι ξιπατώνου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου