6. Ξύπνα καλή γειτόνισσα
Ξύπνα καλή γειτόνισσα, παλιά μου φιλινάδα,
ξύπνα ν’ ανάψεις τη φουτιά να σβήσεις του καντήλι
γιατί μας πήρι η χαραή, μας έφτασιν η μέρα.
- Πώς να σ’κουθώ λιβέντη μου απ’ τις χρυσές αγκάλις
μπιρδεύκαν τα μαλλάκια μου μαζί μι τα δικά σου.
7. Θέλου να πάου στη Φραγγιά
Θέλου να πάου στη Φραγγιά να πάρου ένα Φραγγάκι
να κάθουμι να του ρουτώ πως πιάνιτι η αγάπη:
Απού τα μάτια πιάνιτι, στα χείλια κατιβαίνει
κι απού τα χείλια στην καρδιά ριζώνει κι δε βγαίνει.
Ρίζουσιν κι απουρίζουσιν κι απόλυκιν κλουνάρια,
κλουνάρια, χρυσουκλώναρα, χρυσουμαλαματένια.
8. Τ’ς Φανιούλους (1)
- Αχ Φανιούλου μ’, αχ μπουμπούλου μ’,
ποιος σι γέλασιν;
- Η Σουτήρ’ς του Παπαδόπ’λου
κι η Νάσιους του Σουρλόπ’λου.
Μι μπισκότις κι λουκούμια
αυτοί μι γάλασαν,
μι μπισκότις κι λουκούμια
αυτοί μι πλάνιψαν.
Ποιος σι γάλασιν Φανιούλου μ’,
ποιος σι πλάνιψιν
κι πήρις τουν Πουστόλ’ τουν Πουλυζόπουλου.
9. Τ’ς Φανιούλους (2)
Ποιος σι γέλασιν, Φανιούλου μ’, ποιος σι φίλισιν;
- Δεν ’ταν ξένους, μωρέ μάνα μ’, δεν ’ταν μακρινός
γείτουνας μας ήταν, μάνα μ’, φίλους γκαρδιακός.
- Κι αν σι γέλασιν, Φανιούλου μ’, τι σι έδουσιν;
- Δώδικα κουμάτια λίρις κι αχώρια τα φλουριά. - Πάρ’ τα βάλ’ τα, βρε Φανιούλου μ’, βάλτα στου λιμό σ’.
- Πώς να τα φουρέσου μάνα μ’, στου κόσμου πώς να βγω,
πάρτα δώστα όλα πίσου, τουν Κώστα αγαπώ.
10. Μυγδαλιά
Μυγδαλιά, κόρ’ Μυγδαλιά, έχ’ς μιγάλα τα μαλλιά,
έχεις μιγάλα τα μαλλιά κι ζουρλαίνεις τα πιδιά.
Αι, θα φύγου, Μυγδαλιά, κι θα πάνου μακριά
κι θα πάνου σ’ άλλη βάρδια, για να βρω τα παλικάρια.
Στον δρόμου ν’ απού πάινα, βρίσκου μάνα κι θυγατέρα.
Η μάνα ήταν πέρδικα κι η κόρη περιστέρα
Μυγδαλιά, κόρ’ Μυγδαλιά, έχ’ς μιγάλα τα μαλλιά
να πας να κόψεις τα μαλλιά, μπουτί ζουρλαίνεις τα πιδιά.
11. Τι κλαις καημέν’ Μαρία
- Τι κλαις, καημέν’ Μαρία, κι μένα δεν του λες;
- Τι να σι πω συνυμφάδα μ’ τι να σ’ αφηγηθώ;
Δεν ξερ’ς απού μιράκι κι απού κρυφό καημό.
Ικείνον π’ αγαπούσα ταχιά δα παντριφτεί.
Η ήλιους βασιλεύει κι η μέρα σώνιτι
κι ιμένα η νους μου στου κιφάλι δε συμμαζώνιτι.
12. Τρία κουράσια
Τρία κουράσια μάλουναν για ένα παλικάρι
κι η μάνα του του έλιγι κι η μάνα του του λέει:
- Για πάρτις, γιε μου, και τις τρεις, καμιά να μη κακιώσει.
Η μια να φέρνει του νιρό, η άλλη να ζυμώνει,
η τρίτη η μικρότερη να στρώνει να ξεστρώνει.
13. Κατιρίνα Πουντικούδα
Πέντε πιδιά σ’ αγάπησαν, κανένα δε σι πήρι.
Σι γέλασαν, σι πλάνιψαν μι λίγδις κι μ’αλεύρια
κι μι πουλλά φλουριά.
Μι λίγδις κι μαρκάτια κι μι πουλλά φλουριά. Του κρίμα να ’χει η αδιρφή σ’ κι τ’ άδικου η μπαμπάς,
που σ’ έδουκαν του Μπουγιατζή, του Τζόλα του μαράζα,
του Τζόλα του μαράζα, αυτόν του φυσικό.
Δε σ’ έπριπαν πουλλά φλουριά κι άντρα μαραζιάρη,
μον’ σ’ έπριπαν λίγα φλουριά κι άντρα παλικάρι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου