Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου 2010

Οίτυλο.







Η ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΟΙΤΥΛΟΥΤο Οίτυλο βρίσκεται στο Δυτικό βραχίονα της Λακωνικής Χερσονήσου όπου εκτείνεται η μεγαλύτερη οροσειρά της Πελοποννήσου ο Ταΰγετος. Ο βραχίονας αυτός, στον όποιο περιλαμβάνεται και ένα τμήμα του νομού Μεσσηνίας –η Έξω Μάνη,- καταλήγει στο ακρωτήριο Ταίναρο -κάβο Ματαπάς- το νοτιότατο άκρο της ηπειρωτικής Ελλάδας.

Η περιοχή από την Βέργα τ’ Αλμυρού (κοντά στην Καλαμάτα), ίσαμε το Μαραθονήσι (Γύθειο) και μέχρι τον κάβο Ματαπά (Ταίναρο), είναι η πολυθρύλητη ΜΑΝΗ. Ο Ταΰγετος αγέρωχος υψώνεται σαν φυσική ασπίδα προστασίας όλης της Μανιατουριάς από το Αλμυρό ως το Βοίτυλο, που σκύβει χαμηλά και φτιάχνει το μεγαλύτερο αυχένα του, επιτρέποντας την άνετη διέλευση προς το Γύθειο, έπειτα σηκώνεται πάλι και συνεχίζει προς τον κάβο Ματαπά χωρίζοντας την Μάνη σε Μέσα και Έξω και την Μέσα Μάνη σε Προσηλιακή και Αποσκερή.

Χτισμένο το ιστορικό Βοίτυλο σε μια ειδυλλιακή θέση, σε ένα φυσικό εξώστη ύψος 256 μέτρων, που σχηματίζεται στα ριζά του Κάψαλου το βουνό παρακλάδι της οροσειράς του Ταΰγετου, υψούμενο στα βορειοδυτικά, φτάνοντας ίσαμε το χείλος ενός βαθύτατου φαραγγιού τα πετροχτισμένα σπίτια του. Είναι το περίφημο Μυλολάγκαδο, που πήρε τ’ όνομά του απ’ τους νερόμυλους που υπήρχαν εκεί τα παλιά χρόνια, αυτό χωρίζει το Οίτυλο από το αντικρινό κάστρο της Κελεφάς, που υπήρξε η μάστιγά του. Μπροστά και κάτω απ’ το χωριό απλώνεται ο κάμπος του Βοιτύλου με τον Καραβοστάσι, το επίνειό του, από την μια μεριά και το Νέο Οίτυλο (Τσίπα) από την άλλη. Εκεί είναι ο ξακουστός όρμος σε ντόπιους και ξένους ναυτικούς το ονομαστό Πόρτο Βέτουλο, που περιλαμβάνει και το Λιμένι σημερινό επίνειο της Αρεόπολης (Tσίμοβας). Από το Βοίτυλο έχει κανείς μια πανοραμική και πανέμορφη θέα, που το ανθρώπινο μάτι γίνεται μάτι αϊτού και ατενίζει μακριά όλες τις γύρω περιοχές, περιπλανώμενο έτσι, χάνεται στον ορίζοντα, μέσα στα πανέμορφα νερά του Μεσσηνιακού κόλπου, στη γαλανή θάλασσα με κατεύθυνση το ανοικτό Λιβυκό πέλαγος.

Στα βόρεια του Οιτύλου βρίσκεται το μεγάλο διάσελο της Αστρόβας και του μοναστηριού του Τσίγκου μια πόρτα διάπλατα ανοιχτή στους βόρειους άνεμους. Ο Νικήτας Νηφάκος στην «Ιστορία της Μάνης όλης» αναφέρει: «…Λαγκάδα είναι παρεμπρός και παρεκεί Πολιάνα και παρεκείθε Β ο ί τ υ λ ο ς εις του βοριά την μάνα…»

Ανατολικά του χωριού είναι μια ομαλή περιοχή που λέγεται Καμπινάρια, καλλιεργούμενη παλαιότερα με δημητριακά, αυτή τερματίζει σχεδόν απότομα στο Κακό Λαγκάδι, που αρχίζει απ’ το διάσελο, μοναστήρι του Τσίγκου, περνάει στην Κλεινοβά, όπου το ομώνυμο γεφύρι, που συνδέει το δρόμο Οιτύλου-Κρυονερίου, κατεβαίνει στην Σπηλαιώτισσα, όπου το ομώνυμο μοναστήρι της Παναγίας, πιάνει του Βασιλιά το Σκάλωμα (βασιλικό σκαλοπάτι), και καταλήγει στο Μυλολάγκαδο, ζώνοντας κυκλικά από Βορά Ανατολάς και Νότο το οροπέδιο του Οιτύλου χύνοντας τα χειμωνιάτικα ορμητικά νερά των βροχών στον όρμο του Πόρτο Βέτουλο. Το λαγκάδι αυτό αποτελεί και σύνορο με τις προς Ανατολάς κοινότητες του Κρυονερίου και της Κελεφάς.


Δυτικά βρίσκονται τα μεγάλα πλατό του Λάκκου και της Γαρδενίτσας κατάφυτα από ελιές, αυτά χωρίζονται από τον όρμο της Πλήσινας, όπου είναι χτισμένος ο συνοικισμός της Αρφίγκειας και ντρέγα το μικρό λαγκάδι προς το βουνό, στα ριζά του, είναι τα σπίτια ενός άλλου ξεμονιού του Οιτύλου, της Νουμπρεβίτσας, που με το Β.Δ. της 20ης Σεπτεμβρίου 1955 μετονομάστηκε σε Ελαιοχώριον. Στο τέλος του οροπεδίου της Γαρδενίτσας προς τα Δυτικά πάνω στο δημόσιο δρόμο είναι τα Σαξιωνιάνικα (σπίτια της οικογένειας Σαξιώνη) και κάτω στη μικρή ρεματιά βρίσκεται ο συνοικισμός Χοτάσια του Οιτύλου, που τα σπίτια του φτάνουν μέχρι τα τελευταία γκρεμά πριν από την θάλασσα. Στου Σαξιωνιάνου και κατά μήκος της μικρής ρεματιάς, που ονομάζεται του Καλογέρου το Λαγκάδι, είναι τα σύνορα με το νομό Μεσσηνίας, από εκεί περνάει και ο δημόσιος δρόμος που συνδέει το Οίτυλο με τα χωριά της Έξω Μάνης και με την Καλαμάτα.
Νότια και Νοτιοδυτικά του Βοιτύλου στις απότομες κατωφέρειες, οι ηρωικοί κάτοικοί του με γιγάντιες προσπάθειες στόμωσαν τα λιγοστά χώματα χτίζοντας ξερολιθιές, φτιάχνοντας λουριά και φύτεψαν ελιές για να βελτιώσουν τα λιγοστό εισόδημά τους. Έτσι πρασίνισε η περιοχή μέχρι κάτω στο Κάμπο, αυτόν τον είχαν αφήσει «ξέσκεπο» χωρίς δέντρα για να καλλιεργούν τα δημητριακά τους, μονάχα τώρα τελευταία μετά το 1970 που σταμάτησε η σπορά και ο θερισμός, άρχισαν ορισμένοι ιδιοκτήτες να δεντροφυτεύουν το Κάμπο του Βοιτύλου.
Τα βρόχινα νερά του χωριού έχουν τέσσερις κύριες κατευθύνσεις άμεσης διαφυγής, που το κάνουν ασφαλέστατο στις πλημμύρες, ένα μέρος, που συγκεντρώνεται από τις περιοχές Βουνισιάνου, Κόνταρη, Καμπινάρες, Αλώνια και Καμπινάρια πάνε προς τη Νιάμιτσα, Ασπέλιοβα και απ’ εκεί στο Μυλολάγκαδο. Στο ίδιο λαγκάδι καταλήγουν και τα νερά του Κάτου Μαχαλά μόνο που ακολουθούν διαφορετικό δρόμο για να φτάσουν, αυτά περνούν από την Κακιά Σκάλα γκρεμίζονται δίπλα από το σπηλιάκη της Μπουίτσας και φτιάχνουν ένα μικρό ρεματάκι μέχρι το λαγκάδι. Τα νερά του Πάνου Μαχαλά έχουν άλλες δύο διαφορετικές κλίσεις αλλά καταλήγουν σε κοινό ρέμα, από την περιοχή Πιτίνια, αρχίζει του Κριτσιλή το λαγκαδάκι που συγκεντρώνει εκτός απ’ τα νερά και τα σκουπίδια, τους κατσίγαρους από το μοναδικό σήμερα ελαιουργικό εργοστάσιο του Κουρμπέλη, τα παλιά όμως χρόνια απ’ τα περισσότερα λιοτρίβια του χωριού.
Από την περιοχή Βράμακα τα νερά πέφτουν στο λαγκαδάκι του Καστάνουκα, που μαζεύει τα νερά της Κούτσουβας, από την μια μεριά και της Τυλιγής από την άλλη, παρακάτω αφού ενωθούν τα δύο λαγκαδάκια τα νερά τους πέφτουν από ένα γκρεμό καταρράχτη στην περιοχή Μοναστηράκια στο ρέμα του Σκατέα. Το δυσώδες όνομα οφείλεται κυρίως στους κατσίγαρους, τα απόβλητα των λυτριβείων, που τους χειμερινούς μήνες σχηματίζουν μαύρους καταρράχτες και μαύρες λούμπες στα κοιλώματα του ρέματος, από Μοναστηράκια, Κάτου Χώρα μέχρι Βατούρες.


Το ρέμα αφού περάσει το Στάβλο, όπου βρίσκεται το ομώνυμο γεφύρι στο δημόσιο δρόμο Οιτύλου-Νέου Οιτύλου, συνεχίζεται μέχρι τον Καραβοστάσι, το επίνειο του Βοιτύλου. Οι κάτοικοι έδωσαν σ’ αυτό, το όνομα Γαϊδουρολάγκαδο, γιατί χρειαζόντουσαν γαϊδάρους να το περάσουν όταν κατέρχονταν τα ορμητικά βρόχινα νερά του χειμώνα να χυθούν στην θάλασσα, ενώ αντιθέτως στο Μυλολάγκαδο στη θέση Γιωργαρέα υπήρχε γεφύρι από παλιά που τους εξυπηρετούσε, από εκεί περνούσε το πλακόστρωτο καλντερίμι και σήμερα ο δημόσιος δρόμος.

Η προνομιακή τοποθεσία του Οιτύλου είναι στρατηγικότατη, παρέχει την δυνατότητα σ’ αυτούς που την κατέχουν να ελέγχουν όλες τις διαβάσεις, προς την Μέσα Μάνη, προς το Γύθειο, προς την Έξω Μάνη, επίσης το πέρασμα για τον Ταΰγετο στο διάσελο, πάνω απ’ το μοναστήρι του Τσίγκου. Παράλληλα εποπτεύει τη ναυτική κίνηση στον Μεσσηνιακό κόλπο και διαθέτει το μεγαλύτερο φυσικό λιμάνι, ο Τούρκος περιηγητής Εβλιγιά Τσελεμπή, που επισκέφθηκε το 1670. το μεγάλο χωριό Βοίτυλο, όπως το αποκαλεί, αναφέρει ότι το λιμάνι έχει περίμετρο τεσσάρων μιλίων και μπορεί να χωρέσει χίλια καράβια.

Η οχυρή του θέση το κατέστησε ισχυρότατο φρούριο από τα βάθη της αρχαιότητας μέχρι τον 17ο αιώνα που χτίστηκε το κάστρο της Κελεφάς.
Σήμερα το Οίτυλο είναι το τελευταίο καταπράσινο κομμάτι που συναντά κανείς ταξιδεύοντας από την Έξω (Μεσσηνιακή ) Μάνη, προς την Μέσα Μάνη. Σχεδόν ολόκληρη η περιοχή είναι δεντροφυτεμένη με ελιές ιδιαίτερα η πλαγιά προς το λαγκάδι έχει γίνει ένα πυκνό δάσος από διάφορα δέντρα και θάμνους που καταπίνει σιγά-σιγά όλους τους εγκαταλειμμένους καλλιεργήσιμους ελαιώνες, τα κυπαρίσσια έχουν το δικό τους μερίδιο στις περιοχές Πηλορύχια και Ραμαντάνια συμμετέχοντας γιγάντινα στο πράσινο μεγαλείο.
Οι εφτά πηγές που υπάρχουν γύρω από το ανατολικομεσημβρινό οροπέδιο του Οιτύλου, βοήθησαν στην επάρκεια πόσιμου νερού μέχρι το 1984, που υδρεύθηκε με δίκτυο από την Αγιά Μαρίνα του Ταΰγετου. Γύρω από τις πηγές οι φιλόπονοι Οιτυλιώτες έφτιαξαν τα μποστάνια τους, και με το λιγοστό νερό, που περίσσευε, πότιζαν τα κηπευτικά τους, τις λεμονιές, πορτοκαλιές και καρυδιές. Σήμερα τα μποστάνια έχουν εγκαταλειφθεί, λόγω της μετανάστευσης των νέων στην Αθήνα και στο εξωτερικό.

Τα παλιά χρόνια οι Βοιτυλιώτες έσπερναν με σιτάρι, κριθάρι, βρώμη, φακές κ.ά., τον κάμπο του Οιτύλου, τα ξέσκεπα χωράφια ακόμη και τα περιβόλια ανάμεσα στις ελιές, δεν άφηναν ούτε σπιθαμή γης ακαλλιέργητη, ήταν τα χρόνια που έπρεπε να είναι αυτάρκης η οικιακή τους οικονομία. Σε αναφορές περιηγητών και εγγράφων βλέπουμε ότι καλλιεργούσαν βαμβάκι και αμπέλια, για τα τελευταία, το τοπωνύμιο Παλιάμπελα, που έχει διασωθεί και χρησιμοποιείται για τα χτήματα που βρίσκονται γύρω απ’ τη πηγή της Ασπέλιοβας, μαρτυρεί την ύπαρξη καλλιέργειας της αμπέλου, επίσης η επιγραφή στο λαγκάδι από τα Ρωμαϊκά χρόνια της εξέχουσας ποιήτριας Αυρηλίας, της Διονυσιακής λατρείας, μαρτυρεί ακόμα την πανάρχαια καλλιέργεια των σταφυλιών.
Τα κατ’ εξοχή Μανιάτικα φρούτα είναι τα σύκα και τα φραγκόσυκα, στο Βοίτυλο η κάθε οικογένεια φρόντιζε να παράγει αρκετά για να θρέψουν και τα μπουζία τους (χοιρινά). Με τα λούπινα καθάριζαν σπέρνοντάς τα χωράφια τους, γινότανε το χώμα πιο παραγωγικό και άλλα μεν έτρωγαν χλωρά γλυκαίνοντάς τα στην Χαρανιάστρα του Καραβοστάσι, άλλα τα ξέραιναν και τάιζαν τα γρούνια τους.
Το Οίτυλο είναι ο μοναδικός συνδυασμός δασωμένου βουνού και θάλασσας, μάλιστα γίνεται προνομιούχο στην κατάξερη περιοχή της Μάνης, γι’ αυτό είναι εξαίσιο για παραθερισμό και έχει κλίμα υγιεινότατο.
Στην Κοινότητα Οιτύλου ανήκουν και οι συνοικισμοί Χοτάσια, Σαξιωνιάνων (στην Χοτάσια και στον Λάκκο), Ελαιοχώρι (Νομπρεβίτσα) Αρφίγκεια, Καψαλέα, (με ερειπωμένα τα σπίτια των Σπανέων ή Φλαρέων, από την σφαγή τους στον εμφύλιο), Αστρόβα (Γαλαριάνων και Κουρμπελιάνων, εγκαταλελειμμένα ), Μονή Τσίγκου (Πετρουλιάνου, εγκαταλελειμμένα, από την σφαγή τους στον εμφύλιο), Μονή Ντεκούλου (Ντεκουλιάνικα εγκαταλελειμμένα μονάχα από το 1993 και εξής άρχισαν να ξαναφτιάχνουν τα σπίτια τους και το 1994 ξανάσουραν την σκεπή της εκκλησίας), Μουστιάνικα (Αβραμιάνου ερειπωμένα πάνω απ’ το Ελαιοχώρι), Μεσιακό (Ανδρωνιάνου ερειπωμένα από τον εμφύλιο και το σπίτι του Πιερρακέα), και το Καραβοστάσι.

ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΟΥ ΟΙΤΥΛΟΥ


Το Βοίτυλο βρίσκεται στην καρδιά της Μάνης και ήταν η πρωτεύουσά της μέχρι τα χρόνια του Όθωνα.
Εκεί ανοιχτά του Πόρτο Βέτουλο κατά μήκος της απόκρημνης ακτής που έχει και πετρόχτιστα σπηλιάκια σχεδόν κάτω από τους (Σ)Πήλιους της Αρεόπολης, βρισκότανε το «νησί του Βοίτυλου», που το βλέπουμε σε παλιούς χάρτες, σήμερα είναι μία στενόμακρη ξέρα αποτέλεσμα κάποιου ισχυρού σεισμού.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου 2010

Οίτυλο.







Η ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΟΙΤΥΛΟΥΤο Οίτυλο βρίσκεται στο Δυτικό βραχίονα της Λακωνικής Χερσονήσου όπου εκτείνεται η μεγαλύτερη οροσειρά της Πελοποννήσου ο Ταΰγετος. Ο βραχίονας αυτός, στον όποιο περιλαμβάνεται και ένα τμήμα του νομού Μεσσηνίας –η Έξω Μάνη,- καταλήγει στο ακρωτήριο Ταίναρο -κάβο Ματαπάς- το νοτιότατο άκρο της ηπειρωτικής Ελλάδας.

Η περιοχή από την Βέργα τ’ Αλμυρού (κοντά στην Καλαμάτα), ίσαμε το Μαραθονήσι (Γύθειο) και μέχρι τον κάβο Ματαπά (Ταίναρο), είναι η πολυθρύλητη ΜΑΝΗ. Ο Ταΰγετος αγέρωχος υψώνεται σαν φυσική ασπίδα προστασίας όλης της Μανιατουριάς από το Αλμυρό ως το Βοίτυλο, που σκύβει χαμηλά και φτιάχνει το μεγαλύτερο αυχένα του, επιτρέποντας την άνετη διέλευση προς το Γύθειο, έπειτα σηκώνεται πάλι και συνεχίζει προς τον κάβο Ματαπά χωρίζοντας την Μάνη σε Μέσα και Έξω και την Μέσα Μάνη σε Προσηλιακή και Αποσκερή.

Χτισμένο το ιστορικό Βοίτυλο σε μια ειδυλλιακή θέση, σε ένα φυσικό εξώστη ύψος 256 μέτρων, που σχηματίζεται στα ριζά του Κάψαλου το βουνό παρακλάδι της οροσειράς του Ταΰγετου, υψούμενο στα βορειοδυτικά, φτάνοντας ίσαμε το χείλος ενός βαθύτατου φαραγγιού τα πετροχτισμένα σπίτια του. Είναι το περίφημο Μυλολάγκαδο, που πήρε τ’ όνομά του απ’ τους νερόμυλους που υπήρχαν εκεί τα παλιά χρόνια, αυτό χωρίζει το Οίτυλο από το αντικρινό κάστρο της Κελεφάς, που υπήρξε η μάστιγά του. Μπροστά και κάτω απ’ το χωριό απλώνεται ο κάμπος του Βοιτύλου με τον Καραβοστάσι, το επίνειό του, από την μια μεριά και το Νέο Οίτυλο (Τσίπα) από την άλλη. Εκεί είναι ο ξακουστός όρμος σε ντόπιους και ξένους ναυτικούς το ονομαστό Πόρτο Βέτουλο, που περιλαμβάνει και το Λιμένι σημερινό επίνειο της Αρεόπολης (Tσίμοβας). Από το Βοίτυλο έχει κανείς μια πανοραμική και πανέμορφη θέα, που το ανθρώπινο μάτι γίνεται μάτι αϊτού και ατενίζει μακριά όλες τις γύρω περιοχές, περιπλανώμενο έτσι, χάνεται στον ορίζοντα, μέσα στα πανέμορφα νερά του Μεσσηνιακού κόλπου, στη γαλανή θάλασσα με κατεύθυνση το ανοικτό Λιβυκό πέλαγος.

Στα βόρεια του Οιτύλου βρίσκεται το μεγάλο διάσελο της Αστρόβας και του μοναστηριού του Τσίγκου μια πόρτα διάπλατα ανοιχτή στους βόρειους άνεμους. Ο Νικήτας Νηφάκος στην «Ιστορία της Μάνης όλης» αναφέρει: «…Λαγκάδα είναι παρεμπρός και παρεκεί Πολιάνα και παρεκείθε Β ο ί τ υ λ ο ς εις του βοριά την μάνα…»

Ανατολικά του χωριού είναι μια ομαλή περιοχή που λέγεται Καμπινάρια, καλλιεργούμενη παλαιότερα με δημητριακά, αυτή τερματίζει σχεδόν απότομα στο Κακό Λαγκάδι, που αρχίζει απ’ το διάσελο, μοναστήρι του Τσίγκου, περνάει στην Κλεινοβά, όπου το ομώνυμο γεφύρι, που συνδέει το δρόμο Οιτύλου-Κρυονερίου, κατεβαίνει στην Σπηλαιώτισσα, όπου το ομώνυμο μοναστήρι της Παναγίας, πιάνει του Βασιλιά το Σκάλωμα (βασιλικό σκαλοπάτι), και καταλήγει στο Μυλολάγκαδο, ζώνοντας κυκλικά από Βορά Ανατολάς και Νότο το οροπέδιο του Οιτύλου χύνοντας τα χειμωνιάτικα ορμητικά νερά των βροχών στον όρμο του Πόρτο Βέτουλο. Το λαγκάδι αυτό αποτελεί και σύνορο με τις προς Ανατολάς κοινότητες του Κρυονερίου και της Κελεφάς.


Δυτικά βρίσκονται τα μεγάλα πλατό του Λάκκου και της Γαρδενίτσας κατάφυτα από ελιές, αυτά χωρίζονται από τον όρμο της Πλήσινας, όπου είναι χτισμένος ο συνοικισμός της Αρφίγκειας και ντρέγα το μικρό λαγκάδι προς το βουνό, στα ριζά του, είναι τα σπίτια ενός άλλου ξεμονιού του Οιτύλου, της Νουμπρεβίτσας, που με το Β.Δ. της 20ης Σεπτεμβρίου 1955 μετονομάστηκε σε Ελαιοχώριον. Στο τέλος του οροπεδίου της Γαρδενίτσας προς τα Δυτικά πάνω στο δημόσιο δρόμο είναι τα Σαξιωνιάνικα (σπίτια της οικογένειας Σαξιώνη) και κάτω στη μικρή ρεματιά βρίσκεται ο συνοικισμός Χοτάσια του Οιτύλου, που τα σπίτια του φτάνουν μέχρι τα τελευταία γκρεμά πριν από την θάλασσα. Στου Σαξιωνιάνου και κατά μήκος της μικρής ρεματιάς, που ονομάζεται του Καλογέρου το Λαγκάδι, είναι τα σύνορα με το νομό Μεσσηνίας, από εκεί περνάει και ο δημόσιος δρόμος που συνδέει το Οίτυλο με τα χωριά της Έξω Μάνης και με την Καλαμάτα.
Νότια και Νοτιοδυτικά του Βοιτύλου στις απότομες κατωφέρειες, οι ηρωικοί κάτοικοί του με γιγάντιες προσπάθειες στόμωσαν τα λιγοστά χώματα χτίζοντας ξερολιθιές, φτιάχνοντας λουριά και φύτεψαν ελιές για να βελτιώσουν τα λιγοστό εισόδημά τους. Έτσι πρασίνισε η περιοχή μέχρι κάτω στο Κάμπο, αυτόν τον είχαν αφήσει «ξέσκεπο» χωρίς δέντρα για να καλλιεργούν τα δημητριακά τους, μονάχα τώρα τελευταία μετά το 1970 που σταμάτησε η σπορά και ο θερισμός, άρχισαν ορισμένοι ιδιοκτήτες να δεντροφυτεύουν το Κάμπο του Βοιτύλου.
Τα βρόχινα νερά του χωριού έχουν τέσσερις κύριες κατευθύνσεις άμεσης διαφυγής, που το κάνουν ασφαλέστατο στις πλημμύρες, ένα μέρος, που συγκεντρώνεται από τις περιοχές Βουνισιάνου, Κόνταρη, Καμπινάρες, Αλώνια και Καμπινάρια πάνε προς τη Νιάμιτσα, Ασπέλιοβα και απ’ εκεί στο Μυλολάγκαδο. Στο ίδιο λαγκάδι καταλήγουν και τα νερά του Κάτου Μαχαλά μόνο που ακολουθούν διαφορετικό δρόμο για να φτάσουν, αυτά περνούν από την Κακιά Σκάλα γκρεμίζονται δίπλα από το σπηλιάκη της Μπουίτσας και φτιάχνουν ένα μικρό ρεματάκι μέχρι το λαγκάδι. Τα νερά του Πάνου Μαχαλά έχουν άλλες δύο διαφορετικές κλίσεις αλλά καταλήγουν σε κοινό ρέμα, από την περιοχή Πιτίνια, αρχίζει του Κριτσιλή το λαγκαδάκι που συγκεντρώνει εκτός απ’ τα νερά και τα σκουπίδια, τους κατσίγαρους από το μοναδικό σήμερα ελαιουργικό εργοστάσιο του Κουρμπέλη, τα παλιά όμως χρόνια απ’ τα περισσότερα λιοτρίβια του χωριού.
Από την περιοχή Βράμακα τα νερά πέφτουν στο λαγκαδάκι του Καστάνουκα, που μαζεύει τα νερά της Κούτσουβας, από την μια μεριά και της Τυλιγής από την άλλη, παρακάτω αφού ενωθούν τα δύο λαγκαδάκια τα νερά τους πέφτουν από ένα γκρεμό καταρράχτη στην περιοχή Μοναστηράκια στο ρέμα του Σκατέα. Το δυσώδες όνομα οφείλεται κυρίως στους κατσίγαρους, τα απόβλητα των λυτριβείων, που τους χειμερινούς μήνες σχηματίζουν μαύρους καταρράχτες και μαύρες λούμπες στα κοιλώματα του ρέματος, από Μοναστηράκια, Κάτου Χώρα μέχρι Βατούρες.


Το ρέμα αφού περάσει το Στάβλο, όπου βρίσκεται το ομώνυμο γεφύρι στο δημόσιο δρόμο Οιτύλου-Νέου Οιτύλου, συνεχίζεται μέχρι τον Καραβοστάσι, το επίνειο του Βοιτύλου. Οι κάτοικοι έδωσαν σ’ αυτό, το όνομα Γαϊδουρολάγκαδο, γιατί χρειαζόντουσαν γαϊδάρους να το περάσουν όταν κατέρχονταν τα ορμητικά βρόχινα νερά του χειμώνα να χυθούν στην θάλασσα, ενώ αντιθέτως στο Μυλολάγκαδο στη θέση Γιωργαρέα υπήρχε γεφύρι από παλιά που τους εξυπηρετούσε, από εκεί περνούσε το πλακόστρωτο καλντερίμι και σήμερα ο δημόσιος δρόμος.

Η προνομιακή τοποθεσία του Οιτύλου είναι στρατηγικότατη, παρέχει την δυνατότητα σ’ αυτούς που την κατέχουν να ελέγχουν όλες τις διαβάσεις, προς την Μέσα Μάνη, προς το Γύθειο, προς την Έξω Μάνη, επίσης το πέρασμα για τον Ταΰγετο στο διάσελο, πάνω απ’ το μοναστήρι του Τσίγκου. Παράλληλα εποπτεύει τη ναυτική κίνηση στον Μεσσηνιακό κόλπο και διαθέτει το μεγαλύτερο φυσικό λιμάνι, ο Τούρκος περιηγητής Εβλιγιά Τσελεμπή, που επισκέφθηκε το 1670. το μεγάλο χωριό Βοίτυλο, όπως το αποκαλεί, αναφέρει ότι το λιμάνι έχει περίμετρο τεσσάρων μιλίων και μπορεί να χωρέσει χίλια καράβια.

Η οχυρή του θέση το κατέστησε ισχυρότατο φρούριο από τα βάθη της αρχαιότητας μέχρι τον 17ο αιώνα που χτίστηκε το κάστρο της Κελεφάς.
Σήμερα το Οίτυλο είναι το τελευταίο καταπράσινο κομμάτι που συναντά κανείς ταξιδεύοντας από την Έξω (Μεσσηνιακή ) Μάνη, προς την Μέσα Μάνη. Σχεδόν ολόκληρη η περιοχή είναι δεντροφυτεμένη με ελιές ιδιαίτερα η πλαγιά προς το λαγκάδι έχει γίνει ένα πυκνό δάσος από διάφορα δέντρα και θάμνους που καταπίνει σιγά-σιγά όλους τους εγκαταλειμμένους καλλιεργήσιμους ελαιώνες, τα κυπαρίσσια έχουν το δικό τους μερίδιο στις περιοχές Πηλορύχια και Ραμαντάνια συμμετέχοντας γιγάντινα στο πράσινο μεγαλείο.
Οι εφτά πηγές που υπάρχουν γύρω από το ανατολικομεσημβρινό οροπέδιο του Οιτύλου, βοήθησαν στην επάρκεια πόσιμου νερού μέχρι το 1984, που υδρεύθηκε με δίκτυο από την Αγιά Μαρίνα του Ταΰγετου. Γύρω από τις πηγές οι φιλόπονοι Οιτυλιώτες έφτιαξαν τα μποστάνια τους, και με το λιγοστό νερό, που περίσσευε, πότιζαν τα κηπευτικά τους, τις λεμονιές, πορτοκαλιές και καρυδιές. Σήμερα τα μποστάνια έχουν εγκαταλειφθεί, λόγω της μετανάστευσης των νέων στην Αθήνα και στο εξωτερικό.

Τα παλιά χρόνια οι Βοιτυλιώτες έσπερναν με σιτάρι, κριθάρι, βρώμη, φακές κ.ά., τον κάμπο του Οιτύλου, τα ξέσκεπα χωράφια ακόμη και τα περιβόλια ανάμεσα στις ελιές, δεν άφηναν ούτε σπιθαμή γης ακαλλιέργητη, ήταν τα χρόνια που έπρεπε να είναι αυτάρκης η οικιακή τους οικονομία. Σε αναφορές περιηγητών και εγγράφων βλέπουμε ότι καλλιεργούσαν βαμβάκι και αμπέλια, για τα τελευταία, το τοπωνύμιο Παλιάμπελα, που έχει διασωθεί και χρησιμοποιείται για τα χτήματα που βρίσκονται γύρω απ’ τη πηγή της Ασπέλιοβας, μαρτυρεί την ύπαρξη καλλιέργειας της αμπέλου, επίσης η επιγραφή στο λαγκάδι από τα Ρωμαϊκά χρόνια της εξέχουσας ποιήτριας Αυρηλίας, της Διονυσιακής λατρείας, μαρτυρεί ακόμα την πανάρχαια καλλιέργεια των σταφυλιών.
Τα κατ’ εξοχή Μανιάτικα φρούτα είναι τα σύκα και τα φραγκόσυκα, στο Βοίτυλο η κάθε οικογένεια φρόντιζε να παράγει αρκετά για να θρέψουν και τα μπουζία τους (χοιρινά). Με τα λούπινα καθάριζαν σπέρνοντάς τα χωράφια τους, γινότανε το χώμα πιο παραγωγικό και άλλα μεν έτρωγαν χλωρά γλυκαίνοντάς τα στην Χαρανιάστρα του Καραβοστάσι, άλλα τα ξέραιναν και τάιζαν τα γρούνια τους.
Το Οίτυλο είναι ο μοναδικός συνδυασμός δασωμένου βουνού και θάλασσας, μάλιστα γίνεται προνομιούχο στην κατάξερη περιοχή της Μάνης, γι’ αυτό είναι εξαίσιο για παραθερισμό και έχει κλίμα υγιεινότατο.
Στην Κοινότητα Οιτύλου ανήκουν και οι συνοικισμοί Χοτάσια, Σαξιωνιάνων (στην Χοτάσια και στον Λάκκο), Ελαιοχώρι (Νομπρεβίτσα) Αρφίγκεια, Καψαλέα, (με ερειπωμένα τα σπίτια των Σπανέων ή Φλαρέων, από την σφαγή τους στον εμφύλιο), Αστρόβα (Γαλαριάνων και Κουρμπελιάνων, εγκαταλελειμμένα ), Μονή Τσίγκου (Πετρουλιάνου, εγκαταλελειμμένα, από την σφαγή τους στον εμφύλιο), Μονή Ντεκούλου (Ντεκουλιάνικα εγκαταλελειμμένα μονάχα από το 1993 και εξής άρχισαν να ξαναφτιάχνουν τα σπίτια τους και το 1994 ξανάσουραν την σκεπή της εκκλησίας), Μουστιάνικα (Αβραμιάνου ερειπωμένα πάνω απ’ το Ελαιοχώρι), Μεσιακό (Ανδρωνιάνου ερειπωμένα από τον εμφύλιο και το σπίτι του Πιερρακέα), και το Καραβοστάσι.

ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΟΥ ΟΙΤΥΛΟΥ


Το Βοίτυλο βρίσκεται στην καρδιά της Μάνης και ήταν η πρωτεύουσά της μέχρι τα χρόνια του Όθωνα.
Εκεί ανοιχτά του Πόρτο Βέτουλο κατά μήκος της απόκρημνης ακτής που έχει και πετρόχτιστα σπηλιάκια σχεδόν κάτω από τους (Σ)Πήλιους της Αρεόπολης, βρισκότανε το «νησί του Βοίτυλου», που το βλέπουμε σε παλιούς χάρτες, σήμερα είναι μία στενόμακρη ξέρα αποτέλεσμα κάποιου ισχυρού σεισμού.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου